πρόσεστιν

πρόσεστιν
πρόσειμι 1
sum
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • καταφίλημα — καταφίλημα, το (AM) [καταφιλώ] μσν. 1. ζωηρό, θερμό φίλημα 2. (χωρίς επιτ. σημ.) φίλημα αρχ. ερωτικό, λάγνο φίλημα («οἶς πρόσεστιν ή ἐκ καταφιλήματος, ἀλλ οὐχ ἡ ἐκ γνησίου φιλήματος ἀποδοχή», Φίλ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”